Τα πρώτα Πάσχα μακριά από την πατρίδα - Του Πωλ Μαντέλου - Θεσπρωτικοί Αντίλαλοι

https://picasion.com/
https://picasion.com/
https://picasion.com/
https://picasion.com/
https://picasion.com/
https://picasion.com/

Δευτέρα 6 Μαΐου 2024

Τα πρώτα Πάσχα μακριά από την πατρίδα - Του Πωλ Μαντέλου

Τα πρώτα Πάσχα μακριά από την πατρίδα - Του Πωλ Μαντέλου

Την άνοιξη του '69 είχα κλείσει δυο χρόνια μακριά από την πατρίδα και πήγαινα για τον τρίτο. Οικονομικός μετανάστης εγκατεστημένος στη Νέα Υόρκη.
Η πατρίδα δεν μπορούσε να μας κρατήσει και φύγαμε, το μυαλό όμως και η καρδιά ήταν πίσω, στα άγια χώματα, στους ανθρώπους που αφήσαμε.

Ειδικά τις μέρες γιορτών. Πάσχα πλησίαζε θυμάμαι και το μυαλό μου πίσω στην πατρίδα. Ήταν μέρα μεσημέρι και γύριζα στο σπίτι από τη δουλειά διασχίζοντας ένα θαυμάσιο δρόμο στη άκρη του μεγάλου ποταμού Χάντσον, που περνά μέσα από την πόλη.
Σταμάτησα σε μια άκρη κοντά στο ποτάμι. Το τοπίο καταπληκτικό.
Οι ουρανοξύστες απέναντι και τα καραβάκια που διέσχιζαν το ποτάμι έδειχναν το ανθρώπινο μεγαλείο.
Τα καταπράσινα δέντρα δίπλα μου, τα πουλάκια που κελαηδούσαν πετώντας από κλαρί σε κλαρί, ο λαμπερός ήλιος, έδειχναν το μεγαλείο της φύσης.
Ηρέμησα και άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο, και μόνο του το μυαλό γύρισε πίσω.

Θυμήθηκα τον τόπο μου, τους γονείς και συγγενείς, τους φίλους, τους χωριανούς, το κλάμα τ' αποχωρισμού της μάνας, τις υποσχέσεις που έδωσα στον πατέρα.
Θυμήθηκα το Μεγαλοβδόμαδο. Το σπίτι ανάστατο από τις προετοιμασίες, καθαριότητες, κουλουράκια, αυγά κόκκινα, γαλατόπιτα που μου άρεσε.
Θυμήθηκα τον Επιτάφιο και την Ανάσταση με το Χριστός Ανέστη από τη βροντερή φωνή του παπα Γιάννη, το τσούγκρισμα των αυγών, τη μαγειρίτσα και τη σούβλα με το αρνί. Θυμήθηκα τις γύρες που κάναμε στα πανηγύρια στα χωριά με τις παρέες, τις πλάκες τις ωραίες και τα ερωτικά καρδιοχτύπια με τα κορίτσια.


Εκεί που το μυαλό ταξίδευε και το μάτι χάζευε τα καράβια στο ποτάμι, το αυτί άκουσε ελληνικά τραγούδια.
Πράγματι ένα ελληνικό εμπορικό καράβι ανέβαινε αργά αργά το ποτάμι κι όσο πλησίαζε τόσο ξεχώριζε η φωνάρα του Στέλιου Καζαντζίδη (σαν φύγω μανούλα και πάω στα ξένα..). Μια ανατριχίλα ένοιωσα σ’ όλο το κορμί και μια γλυκιά αναστάτωση. 

«Έϊ παιδιά, Έλληνες είστε;», φώναξα μ’ όση δύναμη μπορούσα.
«Ναι ρε φίλε, κι άμα θέλεις έλα το βράδυ στο καράβι στο Μπρούκλιν, κερνάμε ουζάκι και ελληνικό μεζεδάκι».
Καθώς το καράβι χάνονταν προς τα πάνω χωρίς να το θέλω με έπιασαν τα κλάματα, κλάματα με λυγμούς.
Κείνη την ώρα ένοιωσα ένα χέρι να με ακουμπά φιλικά στην πλάτη. Γύρισα και κοίταξα, ήταν ένας βαθμοφόρος αστυνομικός που ανησύχησε όταν με είδε να κλαίω και με ρώτησε τι έχω.
Του μίλησα για τη νοσταλγία του σπιτιού, των γονέων, των συγγενών και φίλων, των Άγιων ημερών που έρχονται. Όταν τον κοίταξα στα μάτια ξαφνιάστηκα, είδα κι αυτός είχε βουρκώσει. «Μου θύμησες τον εαυτό μου», μου είπε. Κι εγώ μετανάστης από την Ιταλία είμαι. Κι εγώ τις ίδιες νοσταλγίες είχα, μόνο που τώρα έχω δουλειά εδώ, έχω οικογένεια και η μάνα έπαψε να με περιμένει, δεν υπάρχει πια.

Σαν να αλάφρυνε ο πόνος μου, έτσι αυθόρμητα αγκαλιαστήκαμε σαν αδέλφια και ο καλός αυτός αστυνομικός έφυγε δακρυσμένος, έφυγα και εγώ στεναχωρημένος. Με την πάροδο του χρόνου η δουλειά με προσγείωσε στην πραγματικότητα, κάναμε πολλά Πάσχα στα ξένα όλα αυτά τα χρόνια που επακολούθησαν όμως δεν ξεχάσαμε την πατρίδα, το Φιλιάτι και πολλές φορές ήρθα και μόνος μου και με τη σύζυγο και τα δυο μου παιδιά...!

Χριστός Ανέστη, χρόνια πολλά σε όλους τους Φιλιαταίους και σε όλο τον κόσμο...!



Υ.Γ. Από το βιβλίο του αείμνηστου Πωλ Μαντέλου "Λες και ήταν χθες - Φιλιατιώτικες Αναμνήσεις"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου