Χειραγώγηση και εθελοδουλεία. Κάποια ερωτήματα - Γράφει η Αγγελική Χίσσα
Γράφει η Αγγελική Χίσσα
Φιλόλογος
Για την πολυεπίπεδη κρίση που βιώνουμε στους ανήσυχους καιρούς μας δεν αμφιβάλλει πλέον κανείς. Το γεγονός όμως ότι τείνει να λάβει διαστάσεις εφιάλτη και εντούτοις αντιμετωπίζεται από τους πολίτες σαν να ήταν «το φυσικό τους περιβάλλον», πρέπει να μας προβληματίσει.
Παρακολουθούμε -θλιβεροί θεατές, σχεδόν απενοχοποιημένοι- το βιασμό της φύσης (ας θυμηθούμε τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες), το φασισμό να θριαμβεύει, τους πολέμους να μαίνονται, τη φτώχεια να επελαύνει απειλητικά. Στο ερώτημα αν φταίει η χειραγώγηση ή οι χειραγωγούμενοι για την «απάθεια» στην οποία έχουμε βυθιστεί, η απάντηση δεν είναι εύκολη και οι ευθύνες προφανώς είναι μοιρασμένες.
Με τη χειραγώγηση δεν θα ασχοληθούμε εκτεταμένα. Είναι φαινόμενο αρχαίο που ανθούσε κατά κανόνα σε καθεστώτα ολοκληρωτισμού, αυταρχισμού και σκοταδισμού. Και στον πολιτισμένο κόσμο βέβαια λειτουργούσαν οι «νόμιμοι» τρόποι… «υποταγής», μέσω δηλαδή των θεσμών (εκπαίδευσης, εργασίας, στρατού, θρησκείας κ. ά.), τρόποι που στις μέρες μας αποδείχτηκαν ανεπαρκείς, καθώς απαιτείται μεγάλος βαθμός ανοχής και «αποχαύνωσης» για να αποδεχτούμε την πολυδιάστατη φρίκη της εποχής. Ο καπιταλισμός λοιπόν έχει φτιάξει τους πιο δαιδαλώδεις μηχανισμούς χειραγώγησης, προκειμένου να υπερασπιστεί και να διατηρήσει τα προνόμιά του: τα ανυπολόγιστα κέρδη και την ισχύ της εξουσίας. Σε όσους μάλιστα θεωρούν ότι το σύστημα αυτό «πνέει τα λοίσθια», οι πιο… ειδικοί απαντούν ότι έχει εφεδρείες και θα μας ταλαιπωρεί για δεκαετίες ακόμα.
Ασφαλώς, ο βαθμός απάθειας των πολιτών βρίσκεται σε ευθεία αναλογία με την αποτελεσματικότητα των μηχανισμών αγελοποίησης και «ύπνωσης» που έχουν φτιαχτεί με στόχο τον εφησυχασμό τους και την απροθυμία συμμετοχής στα πολιτικά, κυρίως, δρώμενα. Έτσι, εξετάζοντας τη δική μας ευθύνη διαπιστώνουμε ότι αναπόφευκτα διασταυρώνεται με την αδιάκοπη χειραγώγηση που υφιστάμεθα. Παρ’ όλα αυτά θα το επιχειρήσουμε, διότι για την κατάσταση που ζούμε είμαστε αναμφίβολα συνένοχοι ή, πάντως, δεν είμαστε αθώοι.
Πολλοί από εμάς αποκτώντας μια… αξιοπρεπή δουλειά, ένα άνετο σπίτι (συχνά με δάνειο), αυτοκίνητο, TV, PC και τηλέφωνα τελευταίας τεχνολογίας, θεώρησαν εαυτούς «μικροαστούς» και αισθάνθηκαν κολακευμένοι. Βολεμένοι λοιπόν σε μια σχετική υλική θαλπωρή, λησμόνησαν την καταγωγή τους και τους αγώνες των βιοπαλαιστών γονέων τους, απαρνήθηκαν την ταξική τους προέλευση και τους υπόλοιπους «φτωχούς», και κατά συνέπεια και τις ιδέες τους για την πάλη των τάξεων και την κοινωνική δικαιοσύνη. Έτσι, με την προσήλωση στην εργασία, την αποχή από την κοινή δράση -εκτός κι αν επρόκειτο για «στήριξη» πολιτικού προσώπου ή εμμονική και άγονη μικροκομματική περιχαράκωση- και την… καλή συμπεριφορά, ενσωματώθηκαν σταδιακά στο σύστημα υπηρετώντας εν γνώσει τους την αναπαραγωγή του.
Η κοινωνική αδράνεια, λοιπόν, μας αφορά άμεσα, καθώς από εμάς εκπορεύεται. ΕΜΕΙΣ αποδεχτήκαμε να ζήσουμε μια ζωή συρρικνωμένη μέσα στα «κλουβιά» που μας ετοίμασαν, αρκούμενοι στη μερική (και μάλιστα… δανεική) κατανάλωση και την παραπληροφόρηση. Η δική μας γενιά πούλησε την ελευθερία της με αντάλλαγμα μια πλαστή ασφάλεια κι ευημερία. «Αποσυρμένη» σχεδόν οικειοθελώς από το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι έχει αποκλείσει από τον εαυτό της το δικαίωμα να δημιουργήσει παρόν, να αναφερθεί στο μέλλον, εντέλει «να γράψει Ιστορία». Ωραιότατα το περιέγραφε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης «μπλεξίματα δε θέλαμε στην οικογένειά μας και πέρα δεν κοιτάζαμε απ’ τα συμφέροντά μας». Ποια είναι, όμως, τα πραγματικά συμφέροντά μας; Να ετοιμάσουμε και τα παιδιά μας για μια ζωή ανελεύθερη, με κάποια οικονομική σιγουριά και… ευτυχία τρίτου ορόφου;
Από την άλλη, γίναμε συμμέτοχοι -και συνένοχοι- σε μια μόνο κατ’ όνομα «δημοκρατία», που μας καλεί κάθε τέσσερα χρόνια στο πολιτικό «καθήκον», αγνοώντας εντελώς την ύπαρξή μας, τις ανάγκες και τα δικαιώματά μας πριν και μετά την άσκησή τους. Η αποδοχή αυτής της κατάστασης, δεδομένου του τρόπου και των κριτηρίων με τα οποία φηφίζουμε, και η πεποίθηση ότι αδυνατούμε να καθορίσουμε τα πράγματα, δεν συνιστά δουλικότητα; Δεν έχουμε αποποιηθεί τη διαλεκτική σκέψη, την πολιτική μας ευθύνη, τον κοινωνικό μας ρόλο και τον ιστορικό μας προορισμό; Η πολύωρη καθήλωσή μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που συνιστά τον αποκαλούμενο «ηλεκτρονικό μοναχικό πολιτισμό» και την αποχή μας από την κοινή δράση και ζωή, είναι πράγματι αναγκαίο και αναπόφευκτο κακό;
Το γεγονός ότι η εξάπλωση της οικονομικής φρίκης, η κρίση στην Παιδεία, η εξαθλίωση στο χώρο της Υγείας, η πρωτοφανής έκρηξη της βίας, και άλλα εξίσου δραματικά, συμβαίνουν απροκάλυπτα, και παρόλα αυτά εμείς, τα θύματα αυτής της βαρβαρότητας, δεν αντιδρούμε, σα να επρόκειτο για… τυχαίες εξελίξεις, δεν είναι ένδειξη πολιτικής αποχαύνωσης*; Ευτυχείς στιγμές μαζικής συσπείρωσης, όπως οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για τα Τέμπη, οι κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη, το πανελλαδικό συλλαλητήριο των συνταξιούχων και οι πιο πρόσφατες μαζικές κινητοποιήσεις των φοιτητών και των αγροτών, είναι πράγματι παρήγορες και ενθαρρυντικές. Δεν αρκούν όμως.
Οι διεθνείς και εθνικές εξελίξεις καθώς και η σύγχρονη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα αποδεικνύουν ότι η απάθεια των πολιτών καθίσταται επικίνδυνη: αποθαρρύνοντας τη συλλογική δράση και ενθαρρύνοντας τους πομπούς παρα-πληροφόρησης και εξαπάτησης της κοινής γνώμης, γιγαντώνει τον κυνισμό των κυβερνώντων -των ισχυρών γενικότερα- και προδιαγράφει την εξαθλίωση των πολλών και ένα ακόμα πιο ζοφερό αύριο.
Η αυτοκριτική, η ανάληψη ευθυνών και η δραστηριοποίηση προβάλλει ως το ύψιστο χρέος μας απέναντι στον εαυτό μας, τα παιδιά μας και την ΙΣΤΟΡΙΑ και ως ο μόνος τρόπος εξόδου από τον κοινωνικό αυτισμό, που αποδυναμώνει την όρασή μας. Είναι επομένως επιβεβλημένο να δοθεί τέλος στην αγελοποίηση, και να αποδυθούμε σ’ έναν αγώνα για δημιουργία ενός πλατιού μετώπου δράσης κατά των αρπακτικών που καρπώνονται τον κόπο μας και λυμαίνονται ποικιλοτρόπως τις ζωές μας. Αντί κατακλείδος, δυο στίχοι του Μπέρτολτ Μπρεχτ, επίκαιροι όσο ποτέ: «Μπρος, στο δρόμο έξω! Αγωνίσου! Να περιμένεις πια δε γίνεται, είναι αργά πολύ» ( Από το ποίημα «Απεργία»).
[*Η παρούσα επίκριση αφορά το συντριπτικό ποσοστό των πολιτών και ασφαλώς, αν θέλετε, ας εκληφθούν αυτές οι γραμμές ως προσωπική απολογία και αυτοκριτική.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου