Σούλι και Πέτα Άρτας - Του Βαγγέλη Τσιρώνη*
Τις άγιες αυτές μέρες ο νους και τα βήματά μου με οδήγησαν στο διπλανό νομό της Άρτας και συγκεκριμένα στο χωριό Πέτα. Ένα από τα ωραιότερα και ιστορικότερα μέρη της Ελλάδας! Ψάχνοντας την ετυμολογία βρήκα πως το όνομα «Πέτα είναι γυναικείο, γένους θηλυκού» (και μάλλον υποκοριστικό-χαϊδευτικό, όπως Ζέτα, Τέτα, Λέλα, Μέμα και κλπ). Ομολογώ πως δεν το ήξερα. Επομένως σωστό είναι να λέμε «η Πέτα» και όχι «το Πέτα». Βρήκα ακόμη πως την ονομασία (ο) «Πέτας» έχουν δύο ακόμη ελληνικοί συνοικισμοί: της Αχαΐας και της Αρκαδίας. Επίσης με το όνομα «Peta» υπάρχει ένας συνοικισμός στην πόλη Βάαντα της Φινλανδίας και «Las Petas» οικισμός στην πόλη Σάντα Κρουζ της Βολιβίας.
Όπως είναι γνωστό (ίσως όμως και να μην είναι σε πολλούς) στην Πέτα διεξήχθη μια από τις πλέον κρίσιμες και αποφασιστικές μάχες που καθόρισαν εν πολλοίς, όχι μόνο την πορεία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 αλλά, δυστυχώς, και την τύχη του Σουλίου. Ήταν επί εποχής Χουρσίτ Πασά.
Ο Χουρσίτ Αχμέτ Πασάς, παιδί χριστιανών γονιών (ιερέας ο πατέρας του!) από τη Γεωργία του Καυκάσου που εξισλαμίστηκε, ως γενίτσαρος επέδειξε σπουδαίες ηγετικές ικανότητες, ώστε με την ευμένεια του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄, αναρριχήθηκε γρήγορα στα ανώτατα στρατιωτικά και διοικητικά αξιώματα. Έτσι στα 1820-1822 ανέλαβε Μόρα Βαλεσή (Γενικός Διοικητής) της Πελοποννήσου με έδρα την Τριπολιτσά. Ήταν αυτός που κατέστειλε την ανταρσία του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και πήρε το κεφάλι του «φιρμανλή» (= αποστάτης, προδότης της Υψηλής Πύλης) Βεζύρη Αλή και το έστειλε πεσκέσι στον Σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη (17 Ιανουαρίου 1822).
Αμέσως μετά στράφηκε εναντίον των επαναστατημένων Σουλιωτών (και συμπολεμιστών μέχρι τότε του Αλή) ώστε να σταματήσουν τις πολυαίμακτες επιχειρήσεις τους εναντίον των Οθωμανικών στρατευμάτων, κυρίως στη σημερινή Λάκκα Σουλίου Ιωαννίνων. Στην επιστολή του μάλιστα ο Χουρσίτ Πασάς τούς υπόσχεται, μεταξύ των άλλων, πως θα μπορούν να κατοικήσουν ελεύθερα στον τόπο τους, έχοντας όλα τα υπάρχοντα στην κυριότητά τους. Όμως τις δελεαστικές πλην υποκριτικές αυτές προτάσεις δεν άργησαν να τις απορρίψουν οι Σουλιώτες. Ιδού η υπερήφανη απάντηση: «…Το εναντίον δε, προκρίνομεν μυριάκις ν’ αποθάνωμεν εις την αρχήν με τιμήν και δόξαν, παρά να αμαυρώσωμεν το όνομά μας εις το τέλος με το αιώνιον όνειδος της προδοσίας… 7 Μαΐου 1822. Σούλιον».
Από τη στιγμή εκείνη οι υπέρμαχοι της Ελευθερίας στα Σουλιώτικα χώματα αντιμετώπισαν το μένος και τις ορδές του Κιουταχή και του Ομέρ Βρυώνη. Παράλληλα με τις σκληρές μάχες και τις αμέτρητες θυσίες τους οι Σουλιώτες υπέστησαν τη σκληρή δοκιμασία του αποκλεισμού με τρομακτικές συνέπειες κυρίως στον άμαχο και αδύναμο πληθυσμό. Έτσι αναγκάστηκαν σιγά σιγά να κλειστούν στο καταφύγιό τους: το Κάστρο της Κιάφας.
Στο μεταξύ ο Μάρκος Μπότσαρης συναντήθηκε με τον τότε πρωθυπουργό της Επαναστατημένης Ελλάδας, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και ζήτησε επειγόντως βοήθεια, ώστε να μη σβήσει η επαναστατική φλόγα στο Σούλι και κατ’ επέκταση στην Ήπειρο. Η αποφασιστική μάχη για τη διάσπαση του αποκλεισμού του Σουλίου έλαβε χώρα στο χωριό Πέτα στις 4 Μαΐου 1822. Σ’ αυτή πήραν μέρος ένα τακτικό σώμα υπό τον ίδιο τον Μαυροκορδάτο, κάποιες τοπικές άτακτες δυνάμεις με τους «καπεταναίους» τους, ένα σώμα 100 περίπου ανδρών υπό τον Μάρκο Μπότσαρη και ένα τάγμα 80-90 Ευρωπαίων Φιλελλήνων υπό τον γενναίο Γερμανό Στρατηγό Καρλ Νόρμαν που είχε πολεμήσει εναντίον του Μεγάλου Ναπολέοντα!
Όμως για πολλούς λόγους, κυρίως κακής τακτικής και ασυνεννοησίας, οι ελληνικές δυνάμεις υπέστησαν συντριπτική ήττα, ενώ το φιλελληνικό τάγμα αποδεκατίστηκε σχεδόν ολόκληρο μετά από σκληρότατες μάχες σώμα με σώμα! Κάποιο μάλιστα φιλέλληνες που αιχμαλωτίστηκαν, αφού μετέφεραν πρώτα και έθαψαν τους νεκρούς τους, στη συνέχεια εκτελέστηκαν και οι ίδιοι επί τόπου. Την ίδια μέρα, ως συνέχεια της μάχης της Πέτα, διεξήχθη και η μάχη της Σπλάντζας (σημερινή Αμμουδιά Πρέβεζας) με επικεφαλής τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη που επιχειρούσε και αυτός να βοηθήσει τους απεγνωσμένους Σουλιώτες. Δυστυχώς όμως και εδώ οι ελληνικές δυνάμεις ηττήθηκαν, ενώ ο μανιάτης ηγέτης έπεσε ηρωικά στο πεδίο. Έτσι η περιλάλητη και πολυαναμενόμενη βοήθεια δεν έφτασε ποτέ στο ένδοξο Κακοσούλι.
Μετά τα δραματικά αυτά γεγονότα οι απέλπιδες Σουλιώτες άντεξαν για λίγο ακόμη υπερασπιζόμενοι τα πάτρια. Τελικά, στις 22 Σεπτεμβρίου 1822, ύστερα από συμφωνία με τον τουρκαλβανό στρατάρχη Ομέρ Βρυώνη, αναγκάστηκαν να εγκαταλέιψουν για πάντα το αγαπημένο τους Σούλι.
Ήταν για μένα μια από καιρό οφειλόμενη προσκυνηματική επίσκεψη στο ηρωικό χωριό Πέτα και ιδιαίτερα στον ιερό του τύμβο, όπου και τα οστά των ηρώων φιλελλήνων. Πέραν των ασυγχώρητων τύψεων που μου προκάλεσε, καθώς δεν το είχα επισκεφτεί μέχρι τότε, τα ηθικά και συναισθηματικά πλούτη που μου προσέφερε ήταν πολύ περισσότερα απ’ ό τι ανέμενα!
Σημ. Σχετικά με την οικογένεια του Μάρκου Μπότσαρη, που παρέμενε αιχμάλωτη των Οθωμανών στο Κακκόλακο Πωγωνίου, (σημειώνεται πως ο Μάρκος είχε διοριστεί από τον Αλή Πασά αρματωλός στην περιοχή από το 1815 - 1820) απελευθερώθηκε, μετά από μεσολάβηση της επαναστατικής κυβέρνησης Μαυροκορδάτου, με την ανταλλαγή των χαρεμιών του Χουρσίτ Πασά που είχαν αιχμαλωτιστεί στην άλωση της Τριπολιτσάς 23-Σεπτεμβρίου 1823.
*Βαγγέλης Τσιρώνης
Φιλόλογος - Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου