Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Θεσπρωτία (+Σπάνιο φωτογραφικό υλικό)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 11 Οκτωβρίου 2022 στο ηλεκτρονικό περιοδικό της ΒΟΥΛΗΣ "Επί του Περιστυλίου" από τον Παντελή Κυπριανό, Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πατρών και τη Σούλα Χριστοφίδου, Μέλος του Δ.Σ. του Πολιτιστικού Συλλόγου Νέας Σελεύκειας!
Με την κατάρρευση του μετώπου στη Μικρά Ασία, τον Αύγουστο του 1922, οι Έλληνες, στρατιώτες και γενικότερα οι χριστιανοί των εμπόλεμων ζωνών, άρχισαν να ψάχνουν απεγνωσμένα δρόμο διαφυγής προς την Ελλάδα με κάθε μέσο και κόστος. Για τους χριστιανούς της Κιλικίας η διαδικασία είχε αρχίσει νωρίτερα, μετά τη συνθήκη των Γάλλων με τον Μουσταφά Κεμάλ στις 20 Οκτωβρίου 1921. Για τους Καππαδόκες, η προσφυγιά ξεκίνησε αργότερα, μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, της μοναδικής στην ιστορία που προέβλεπε υποχρεωτική ανταλλαγή ανθρώπων, στις 30 Γενάρη του 1923.
(Νέα Σελεύκεια: Παλιές κατοικίες. Διακρίνονται ο Κωνσταντίνος Αντώνογλου και ο τελευταίος Ζαχαρίας Καμπουρίδης)
Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, στην Ελλάδα ήρθαν, κυρίως το 1922 και το 1923, 1.221.819 πρόσφυγες ανεβάζοντας τον πληθυσμό της χώρας σε 6.204.248 κατοίκους. Στν πλειονότητα γυναίκες και παιδιά καθώς οι άνδρες σκοτώθηκαν στις μάχες ή στάλθηκαν βίαια από τους κεμαλικούς στα αμελέ ταμπουρού, τα τάγματα εργασίας. Ο αριθμός των προσφύγων ενδέχεται να ήταν μεγαλύτερος. Αρκετοί χάθηκαν στο δρόμο από τις κακουχίες, άλλοι πέθαναν στην Ελλάδα από ασθένειες, κάποιοι σε ατυχήματα, όπως στο κάστρο της Κέρκυρας από τους βαμβαρδισμούς του Μουσολίνι και την κατάληψη της πόλης τον Αύγουστο του 1923.
Οι πρόσφυγες στη Θεσπρωτία
(Ομαδική σχολική φωτογραφία έξω από το Δημοτικό Σχολείο Νέας Σελεύκειας. Διακρίνονται αριστερά ο πρόεδρος του χωριού Χριστοδούλου Λάζος, δίπλα του ο δάσκαλος Παπανικολάου και στο κέντρο ο δάσκαλος Γιώργος Σούγκας)
(O Παναγιώτης Χατζηγρηγορίου μαζί με τον αδελφό του 1922)
Οι ευπορότεροι και μορφωμένοι πρόσφυγες πήγαν στις πόλεις, την Αθήνα. Οι άλλοι στον Πειραιά και, κυρίως, τις Νέες Χώρες, τη βόρεια Ελλάδα. Πάνω από 15.000 αρχικά, μέσω Κέρκυρας, Κεφαλληνιάς, Πρέβεζας και Πάργας ήρθαν στην Ήπειρο.
Στόχος ήταν η εγκατάσταση μεγάλου αριθμού προσφύγων στην περιοχή, ιδιαίτερα τη σημερινή Θεσπρωτία -τότε μέρος των νομών Πρέβεζας και, κυρίως, Ιωαννίνων- μετά την αποχώρηση το 1913 των Οθωμανών και την εκτιμώμενη και προσδοκώμενη αποχώρηση των κοντά 20.000 μουσουλμάνων Τσάμηδων -που τελικά εξαιρέθηκαν και έμειναν ως «μουσουλμάνοι Αλβανικής καταγωγής».
Το Υπουργείο Περιθάλψεως με έγγραφο στο Διοικητή Ηπείρου, στις 8 Νοεμβρίου 1922, ορίζει:
«Προκειμένου αποσταλή εις Ήπειρον μέγας αριθμός προσφύγων, παρακαλώ διατάξητε διάθεσιν εκκλησιαστικών και μοναστηριακών οικημάτων προς στέγασιν μέρος αυτών, εκδιδόντες καταλλήλους οδηγίας εις τους κατά τόπους εκκλησιαστικούς προϊσταμένους».
(Ο Καλφόγλου Γαβριήλ)
Για ένα χρόνο η Θεσπρωτία δέχτηκε χιλιάδες πρόσφυγες: οι παραλίες της Πλαταριάς, των Συβότων, τα περισσότερα χωριά του Μαργαριτίου, της Παραμυθιάς, των Φιλιατών και της Ηγουμενίτσας.
Αρχές του 1923 στη σημερινή Θεσπρωτία καταγράφηκαν γύρω στους 5.000 πρόσφυγες, οι πλείστοι από την Καππαδοκία.
Στις 21 Δεκεμβρίου 1922 ο Γ. Ποταμιάνος, πρόεδρος της Επιτροπής Προσφύγων Ηγουμενίτσας τηλεγραφεί στις αρχές:
«Πληροφορούμεθα ότι αποστέλλονται Παραμυθιάν δι’ Ηγουμενίτσης 2.500 πρόσφυγες ΣΤΟΠ. Απολύτως αδύνατος πάσα αποβίβασις προσφύγων ενταύθα αποβιβασθέντες προσφάτως έτεροι δύο χιλιάδες πεντακόσιοι εισέτι δεν κατενεμήθησαν ελλείψει μεταγωγιικών μέσων οι πλείστοι παραμένωσιν άστεγοι και αποσκευαί των εις την διάθεσιν των επιτηδείων το χείριστον ότι είναι προσβεβλημένοι εξ ευλογίας…».
(Εγκαίνια η πρώτη βρύση στο χωριό)
Από το Μάιο του 1923, με εντολή του υπουργού Περιθάλψεως Απ. Δοξιάδη, επιδιώκεται η εύρεση μόνιμων τόπων εγκατάστασης για τους πρόσφυγες, ιδιαίτερα τους αγρότες, ώστε να βιοποριστούν.
Σε κάθε «υποδιοίκηση» συγκροτούνται επιτροπές από σημαίνοντες κατοίκους οι οποίες προβαίνουν σε σχετικές προτάσεις. Με βάση τις προτάσεις αυτές, στις 23 Σεπτεμβρίου 1923, με διαταγή του Γενικού Διοικητή Ηπείρου Μίνου Πετυχάκη, απαλλοτριώνονται στον τότε νομό Ιωαννίνων τέσσερεις περιοχές στις οποίες ιδρύονται νέοι οικισμοί αμιγώς προσφυγικοί. Η Ασφάκα, η Ανατολή, η Μπάφρα και η Νεοκαισάρεια στα Γιάννενα.
Όσον αφορά τη Θεσπρωτία «Παρακαλώμεν όπως επί τη βάσει του άρθρου 14 παρ. 1. του Νόμ. Διατάγματος «Περί αγροτικής εγκαταστάσεως προσφύγων προβήτε εις την κατάληψιν (…) των αγροκτημάτων Ντούσκου και Βάλτος Ραγίου Αχμέτ Ντίνο και Μονής Περιφερείας Ηγουμενίτσης».
Έτσι, δημιουργείται το μοναδικό αμιγώς προσφυγικό χωριό στη Θεσπρωτία, δίπλα στην Ηγουμενίτσα, η Νέα Σελεύκεια.
Ταυτόχρονα, μικρός αριθμός οικογενειών προσφύγων εγκαθίσταται στον παρακείμενο οικισμό του Ραγίου, κοντά στη φημισμένη βυζαντινή μονή.
Οι σχέσεις με τους γηγενείς
(Ιωάννογλου Ιωάννης με τα μελίσσια του)
Η ροή των προσφύγων στη Θεσπρωτία συνεχιζεται και το 1924.
Έρχονται κυρίως από Κέρκυρα και Γιάννενα.
Σύμφωνα με εκθέσεις των Υποδιοικητών, το Νοέμβριο του 1924 οι πρόσφυγες στην επαρχία Φιλιατών (περιλαμβάνεται και η Ηγουμενίτσα) ανερχόταν σε 5.738, στην επαρχία Μαργαριτίου σε 1.169 και Παραμυθιάς σε 315. Σύνολο 7.222.
Από αυτούς πολλοί βρέθηκαν στο σημερινό κάμπο της Σαγιάδας, κοντά στα αλβανικά σύνορα, ιδιαίτερα τη Λιόψη (Ασπροκλήσι) και σε χωριά που κατοικούνταν από μουσουλμάνους τσάμηδες, όπως η Μαζαρακιά, το Καρβουνάρι στην Παραμυθιά και ο Μούρτος (Σύβοτα).
(Πέτρος και Αναστασία Τσορμπατζόγλου με το κινητό κυλικείο στο Καστρί την Καθαρά -Δευτέρα. Το κινητό κυλικείο περιλάμβανε παστέλια, γλειφιτζούρια, κοκοράκια, καραμελωμένα μήλα, κανταΐφι, μπακλαβά και τόσα ακόμη γλυκά...)
Η εγκατάσταση των προσφύγων έδωσε τροφή σε προστριβές με τους ντόπιους και ιδιαίτερα τους μουσουλμάνους τσάμηδες.
Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους στα Γιάννενα εντοπίσαμε αρκετές περιπτώσεις παραπόνων από εύπορους μουσουλμάνους ότι χριστιανοί εγκαθίστανται αυτόβουλα στα σπίτια τους.
Αλλά και από χριστιανούς, ιδίατερα από τη Βάρφανη (Παραπόταμος) και την Ηγουμενίτσα που αποδίδουν στους πρόσφυγες πράξεις εργασιακής παρεμπόδισης ή οικειοποίησης προϊόντων κυρίως ελαιοκάρπου.
Σε κάποιες περιπτώσεις, ιδιαίτερα στην Παραμυθιά, δεν εμπλέκονται οι πρόσφυγες.
Η παρουσία τους χρησιμοποιείται για την απόσπαση αγαθών από ευπόρους της περιοχής, μουσουλμάνων κατά πρώτον.
Σε άλλες, ιδιαίτερα τη Μαζαρακιά και τη Λιόψη, αναφέρονται συγκρούσεις μεταξύ προσφύγων και μουσουλμάνων.
Όπως είναι λογικό δύσκολα θα βρίσκαμε περιστατικά παραπόνων από τους πρόσφυγες ενάντια στους γηγενείς καθώς οι πρώτοι, αρκετοί μεταξύ τους τουρκόφωνοι, δεν έχουν φωνή.
Για την αποτροπή προστριβών υιοθετήθηκαν διάφορα μέτρα.
Σε κάποιοες περιπτώσεις παρεμβαίνει η χωροφυλακή και ο στρατός.
Στις 3 Οκτωβρίου 1924 ο υποδιοικητής Φιλιατών αναφέρει «είς χωρίον Λιόψιν χθες πρόσφυγες διαμένοντες υπό σκηνάς λογω συνεχούς βροχής εισώρμησαν βιαίως εις Μουσουλμανικά οικήματα άτινα και κατέλαβον stop. Εις αποσταλέντας χωροφύλακας πρόσφυγες αντέστησαν stop. Διετάχθη ισχυρόν απόσπασμα στρατιωτών μεταβέν επί τόπου, προς εξαγωγή προφύγων και αποκατάστασιν τάξεως».
Σε άλλες περιπτώσεις παρεμβαίνουν κυβερνητικοί παράγοντες για την εκκένωση καταληφθέντων σπιτιών. Και σε άλλες αποφασίζεται η μετακίνηση προσφύγων.
Πρόσφυγες φεύγουν
(Παντοπωλείο η Ελπίς του Θεόδωρου Μαρκιανίδη. Διακρίνονται ο Θωμάζος Σοφοκλής, ο Μπαρμπαβασίλογλου Χρήστος και ο Ζειμπέκογλου Σπύρος)
Με το χρόνο ο αριθμός των προσφύγων μειώθηκε.
Εκτός από τη Νέα Σελεύκεια που μέχρι τη δεκαετία του 1980 έμεινε σχεδόν αμιγώς προσφυγικό μεγαλοχώρι με κατοίκους προερχόμενους κυρίως από την Κιλικία, λίγοι οικισμοί κράτησαν πρόσφυγες.
Το Ράι με πρόσφυγες από την Κιλικία, η Πέρδικα με πρόσφυγες από την Καππαδοκία.
Οι άλλοι οικισμοί, ιδιαίτερα στην περιοχή της Παραμυθιάς, των Φιλιατών και του Μαργαριτίου κράτησαν ελάχιστους.
Εξαίρεση η Ηγουμενίτσα όπου έμειναν κάποιες δεκάδες κυρίως από την Κιλικία.
(Δήμος και Τούλα Ελευθερίου)
Πολλοί πρόσφυγες εγκατέλειψαν τη Θεσπρωτία αθετώντας την κυβερνητική απαγόρευση μετακινήσεων χωρίς προηγούμενη άδεια.
Κάποιοι για να βρουν τους δικούς τους που βρέθηκαν σε άλλες περιοχές, άλλοι γιατί οι συνθήκες διαβίωσης στη Θεσπρωτία δεν ήταν οι καλύτερες.
Ενδεικτικά από το 1923 η υποδιοίκηση Φιλιατών γράφει στη Γενική Διοίκηση στα Γιάννενα ότι δεν μπορεί να εμποδίσει τους πρόσφυγες να φύγουν ελλείψει ανδρών.
Τον Γέναρη του 1929 το Υπουργείο Γεωργίας επιτρέπει στις τελευταίες 20 οικογένειες που έμειναν στο Γαρδίκι (Παραμυθιά) να μετωκήσουν στη Μακεδονία για να μείνουν με συγγενείς τους.
Τελικά, από τους 7.222 πρόσφυγες στη Θεσπρωτία, στα τέλη του 1924 έμειναν όχι πολύ πάνω από 1.200.
Οι περισσότεροι στη Νέα Σελεύκεια, το Ράι, την Πέρδικα και την Ηγουμενίτσα.
Μεταξύ αυτών οι περισσότεροι, κυρίως στη Νέα Σελεύκεια και το Ράι, δούλεψαν για δεκαετίες ως αγρότες.
Παρά τις αντιξοότητες και τη μη φιλική, συχνά, συμπεριφορά των γηγενών συνεισέφεραν σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής, στην αλλαγή των διατροφικών τους συνηθειών και τον πολιτισμό.
Αυτό που έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στους γηγενείς ήταν η θέση της γυναίκας.
Ήταν παρούσα και μέσα στο σπίτι και έξω από αυτό.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 11 Οκτωβρίου 2022 στο ηλεκτρονικό περιοδικό της ΒΟΥΛΗΣ "Επί του Περιστυλίου".
Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο προέρχονται από το αρχείο του Πολιτιστικού Συλλόγου Νέας Σελεύκειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου