Παλαιά ήθη και έθιμα των Χριστουγέννων στη Θεσπρωτία
Του π. Ηλία Μάκου
Σε μια εποχή, που ο κορωνοϊός επισκιάζει τα πάντα και έχει αλλάξει τον τρόπο ζήσης μας, ακόμη και τις εορτές τις ζούμε τυπικά!
Σε μια κοινωνία, που όλο και περισσότερο ξεθωριάζει ηθικά, τα ήθη και τα έθιμα των Χριστουγέννων τα παλαιά χρόνια, είναι ένα ζητούμενο και όχι μόνο μια νοσταλγία, είτε γι' αυτούς, που τα έζησαν, είτε για όσους τα άκουσαν και τα διάβασαν.
Στις Χριστουγεννιάτικες εορτές, τα παλαιά χρόνια, δεν διασκέδαζαν μόνο οι άνθρωποι, αλλά γνώριζαν καλύτερα τον γεννηθέντα Χριστό. Και τον αγαπούσαν. Και βίωναν τη διδασκαλία του. Και τον κουβαλούσαν στην καρδιά τους.
Τον έκαναν πράξη και ζωή. Δείχνουν ακόμη τα παλαιά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα, ότι τα άτομα ασκούνταν στην αγάπη, στην ταπείνωση και «νοστίμιζαν» τον κόσμο όλο. Ήταν Χριστοφόρες ψυχές. Τέτοιες ψυχές δεν ψάχνουμε και σήμερα;
ΔΟΞΑΣΙΕΣ ΠΕΡΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΑΙΩΝ
Ιδιαίτερα διαδεδομένες στη Θεσπρωτία είναι οι δοξασίες περί καλικαντζαραίων, που κατά την παράδοση εμφανίζονται από τα Χριστούγεννα και φεύγουν τα Θεοφάνια με τον Αγιασμό.
Δηλαδή τα σατανικά πνεύματα διώχνονται από το φως του Χριστού. Οι δοξασίες αυτές παραλήφθηκαν από την ειδωλολατρία και δεν είναι τυχαίο ότι αναπτύχθηκαν στην Ήπειρο.
Στην αρχαία Θεσπρωτία η αντίληψη περί καλικαντζαραίων συνδυαζόταν και με το νεκρομαντείο της Εφύρας, σύμφωνα με την οποία ο κόσµος πίστευε, ότι οι ψυχές των πεθαµένων ξαναγύριζαν για ένα διάστηµα στη γη και έµεναν κοντά στους ζωντανούς, όπου προσπαθώντας να ξεφαντώσουν γίνονταν ενοχλητικοί µε τα πειραγµατά τους.
Η τουρκοκρατία συνέβαλε να ενισχυθεί και να συνεχιστεί η πίστη σ΄αυτά τα όντα. Η τυφλή υποταγή των ανθρώπων στη δεισιδαιμονία, βοήθησε να φτάσει ο µύθος των καλικάντζαρων ως τις µέρες µας.
Με βάση τη λαϊκή φαντασία, ο καλικάντζαρος κατά τόπους εµφανίζεται µε ανθρώπινη µορφή, τριχωτό δέρµα, άλλοτε τυφλός, άλλοτε µονόφθαλµος, κουτσοπόδαρος, τραγοπόδαρος, ψηλός, λιγνός µε σιδερένια παπούτσια, ξεπλατισµένος, κωµικός πάντα στην εµφάνιση και στην περπατησιά.
Πότε δεν κόβει τα νύχια του και είναι πάντα άσχηµος. Πιστευόταν ότι όποιος γεννηθεί µεταξύ Χριστουγέννων και Αγίου Βασιλείου, µετά το θάνατό του γίνονταν καλικάντζαρος.
Οι καλικάντζαροι εµφανίζονται στις γιορτές. Συμβολίζουν το σκοτάδι και ζουν όλο το χρόνο στα έγκατα της γης, προσπαθώντας να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη.
Όταν είναι πολύ κοντά να το πετύχουν, την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη δημιουργώντας προβλήματα στους ανθρώπους
Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να τους εξουδετερώσουν με διάφορους τρόπους και κυριότερα με τη φωτιά, η οποία έκαιγε συνεχώς στο τζάκι όλο το Δωδεκαήμερο.
Με τη στάχτη του ράντιζαν το σπίτι ξημερώματα παραμονής Θεοφανείων και ανήμερα της εορτής με αγιασμό, και έτσι τα δαιμόνια τρέποντα σε φυγή.
ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Τα κάλαντα ή κάλανδα, κόλιαντρα, παραμονή των Χριστουγέννων, αλλά και της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανείων είναι ευχετικά και επαινετικά τραγούδια για την οικογένεια και το σπιτικό και συγχρόνως η μελοποιημένη αφήγηση του γεγονότος της ημέρας. Με την προθυμία της αγνότητας και τη διάθεση της γνωριμίας με τις χαρές της ζωής είναι πάντοτε τα παιδιά, που συνήθιζαν να κρατούν και ένα καλαθάκι για τα «φιλέματα». Τα φιλέματα ήταν κυρίως γλυκά: δίπλες, ξεροτήγανα, λουκουμάδες, αλλά και ξηροί καρποί, κουραμπιέδες ή μελομακάρονα. Από τα πιο συνηθισμένα φιλοδωρήματα ήταν τα «κόλιντρα», μικρές κουλούρες από σιτάρι ή κριθάρι.
Η αμοιβή των καλανδιστών δεν ήταν ούτε φιλανθρωπία, ούτε ζητιανιά, αλλά πράξη τελεστική. Την ονομασία τους, την πήραν από την λατινική λέξη calenda, που διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Παιδιά, κατά ομάδες, περιφέρονταν και περιφέρονται στα σπίτια, στους δρόμους, στα καταστήματα.
Σήμερα η ανταμοιβή για τους ύμνους και τις ευχές είναι κυρίως χρηματική και διάφορα κεράσματα.
ΤΟ "ΧΡΙΣΤΟΨΩΜΟ"
Και όταν πλησίαζαν οι γιορτές, άρχιζαν οι παραδοσιακές ετοιμασίες. Το σπίτι έπρεπε να βάλει τα γιορτινά του και όλο το χωριό να καθαριστεί και να ετοιμαστεί, για να υποδεχτεί τους ξενιτεμένους του που θα έρχονταν να κάνουν γιορτές με τους δικούς τους.
Ένα από τα πολλά έθιμα των Χριστουγέννων στη Θεσπρωτία ήταν το ψήσιμο του «Χριστόψωμου». Ήταν μια κουλούρα με πλούσιο στολισμό από λογής-λογής κεντήματα (κεντίδια) ή «πλουμίδια».
Το «Χριστόψωμο», το αφιέρωνε η οικογένεια στο Χριστό και με την προσδοκία ότι Αυτός θα κάνει πραγματικότητα τις επιθυμίες της.
Το «ψωμί του Χριστού» το έφτιαχνε, την παραμονή των Χριστουγέννων, η νοικοκυρά με ιδιαίτερη ευλάβεια και με ειδική μαγιά (από ξερό βασιλικό κ.λ.π.). Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός.
Τα "Χριστόψωμα" παρασκευάζονταν όπως το ψωμί, μόνο που στολίζονταν με ποικίλα στολίδια ανάλογα με την καλαισθησία της νοικοκυράς. Σε κάποια χωριά της Θεσπρωτίας τα "χριστόψωμα", τα έφτιαχναν κεντημένα με ωραία σχήματα, που γίνονταν πάνω στο ζυμάρι με διάφορα ποτήρια, μικρά ή μεγάλα ή κούπες από βελανίδια, τα οποία συμβόλιζαν την αφθονία, που ήθελαν να έχουν στην παραγωγή των ζώων και της σοδειάς του σπιτιού τους. Μερικοί συνήθιζαν στη μέση του χριστόψωμου να βάζουν ένα άβαφο αυγό ως σύμβολο γονιμότητας..
Την ημέρα της γέννησης του Χριστού, και αφού εκκλησιαζόταν όλοι, κανείς δεν αμελούσε να πάει στο ναό, γιατί θεωρούσε ότι χωρίς να κάνουν το σταυρό τους στην εκκλησία και να ακούσουν τους ύμνους, δεν θα ένιωθαν το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων, συμμετείχαν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Αρχικά ο νοικοκύρης έπαιρνε το "Χριστόψωμο", το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονταν εκεί. (Μερικοί εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας. Όπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του...).
Και ευχόταν «χρόνια πολλά και του χρόνου».
Γύρω από το χριστόψωμο υπάρχουν και άλλες παραδόσεις. Αναφέρονται στην ενότητα της Εκκλησίας και των λαών, με συμβολικό πρότυπο την ένωση των κόκκων του σίτου σ΄ ένα ψωμί. Οι λαοί κάποτε θα ενωθούν μ’ ένα ποιμένα, το Χριστό.
ΤΑ "ΧΟΙΡΟΣΦΑΓΙΑ"
Την παραμονή ή προπαραμονή των Χριστουγέννων, έχουν προηγηθεί τα “χοιροσφάγια”, η σφαγή των γουρουνιών, που το παχύ τους κρέας και το λίπος ήταν η κατάλληλη τροφή για το χειμώνα.ο σφάξιμο ήταν πραγματική ιεροτελεστία, τέτοια που παραπέμπει σε αρχαίες θυσίες. Μ’ ένα θυμιατήρι θυμιάτιζαν το σφάγιο και έβαζαν στο στόμα του ένα κρεμμύδι.
Τα παιδιά περίμεναν αυτό το γεγονός με ιδιαίτερη ανυπομονησία. Έπαιρναν την ουρήθρα του ζώου και την έκαναν μπάλα. Τη χτυπούσαν πρώτα σε μια πέτρα για να καθαριστεί από τα λίπη. Μετά τη φούσκωναν και την έδεναν καλά. Μια πραγματική δερμάτινη μπάλα!
Τα γουρούνια, ή γ’ρούνια, ήταν πραγματικός θησαυρός για την οικονομία του σπιτιού την εποχή εκείνη. Κατ’ αρχήν έφτιαχναν τον πατσά, που θα έτρωγαν όμως την ημέρα των Φώτων. Με το δέρμα του κατασκεύαζαν αυτοσχέδια παπούτσια, τα γουρνοτσάρουχα.Το λίπος του το έλιωναν, το αποθήκευαν σε βαρέλια ξύλινα (κάδοι) και το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική, καθώς το λάδι ήταν δυσεύρετο. Τα μικρά κομμάτια του λίπους που δεν έλιωναν τελείως, καθώς είχαν λίγο κρέας, τα φύλαγαν για άλλες χρήσεις. Τις τσιγαρίδες όπως τις έλεγαν, τις έβαζαν στις πίττες ή στο μπομπότο,ψωμί από καλαμποκίσιο αλεύρι, για να νοστιμίσουν.
Το κρέας του γουρουνιού το έκαναν παστό ή λουκάνικα, τις λουκανίτσες. Για να τις φτιάξουν έκοβαν πρώτα σε μικρά κομμάτια το κρέας, το ανακάτευαν με ψιλοκομμένα πράσα και κρεμμύδια, έριχναν ρίγανη και τα κρεμούσαν στο ταβάνι του κελαριού σε θηλιές.
ΟΙ ΤΗΓΑΝΙΤΕΣ
«Οι τηγανίτες των Χριστουγέννων, που σήμερα γίνονται καμία σχέση δεν έχουν σε γεύση με τις τηγανίτες, που ψήνονταν στην πλάκα», λένε οι γεροντότεροι.Πάνω στη μαυρόπλακα, μια βαριά ίσια πέτρινη πλάκα, που πριν χρησιμοποιηθεί ζεσταινόταν, η γιαγιά του σπιτιού συνήθως, έψηνε τις τηγανίτες με χυλό από αλεύρι, νερό και αλάτι.Τα παιδιά περίμεναν όλο χαρά τις τηγανίτες να τις φάνε ζεστές, τρυφερές, βουτηγμένες σε ζάχαρη, μέλι, πετιμέζι, ό,τι είχε το σπίτι τους.
Σε όλα τα σπίτια, στα χωριά της Θεσπρωτίας, παραμονές Χριστουγέννων θα ετοίμαζαν τις τηγανίτες.
Η πρώτη τηγανίτα, μεγάλη και στρογγυλή με σταυρό στη μέση ήταν του Χριστού, η δεύτερη παρόμοια του σπιτιού κ.λ.π. Τις ψημένες τηγανίτες τις έβαζαν μέσα σε μπουρέκια (στρογγυλά μπακιρένια ταψιά) και σε λεκάνες. Η ποσότητα του ζυμαριού, που θα γινόταν τηγανίτες ήταν αρκετή και πάντοτε ανάλογη με τον πληθυσμό της φαμελιάς.
Η φωτιά για τις τηγανίτες έπρεπε να είναι δυνατή και να έχει διάρκεια. Γι' αυτό ο πατέρας έσκιζε τα χοντρά κούτσουρα. Ήταν η καλύτερη καύσιμη ύλη για την περίπτωση.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΣΤΕΦΑΝΙ
Σε ορισμένα χωριά συνήθιζαν να κρεμάνε στους τοίχους και τις εξώπορτες ολόκληρες πλεξούδες από σκόρδα που πάνω τους καρφώνουν μοσχοκάρφια, δηλαδή γαρυφαλλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που «καρφώνει» την ευτυχία του σπιτιού τους. Διακοσμημένο με Χριστουγεννιάτικα στολίδια, το στεφάνι από έλατο στην εξώπορτα, εκτός από το καλωσόρισμα στους καλεσμένους, φέρνει τύχη στο σπίτι.
ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, στα χωριά, τα περισσότερα παιδιά βγαίνανε κυνήγι. Τα βράδια, όταν το σούρουπο έπεφτε για καλά και το κρύο άρχιζε να τσούζει, παίρνανε το "φακό" με καινούργια "πλάκα" και γυρίζανε στα χαλάσματα και στα σπήλια κοντά στο χωριό.
Στόχος τους οι γουργουγιάννηδες, τα μικρά πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θαμπώνανε με το φακό και τα πιάνανε. Αν ήταν πολύ ψηλά, τα χτυπούσανε με τις λαστιχιέρες (σφεντόνες). Η μάνα ή κάποια μεγάλη αδερφή, μετά από πολλή γκρίνια τους, τα καθάριζαν και τα πάστωναν. Τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα, για να τα φάνε τα Χριστούγεννα.
Πολλά παιδιά μάζευαν είκοσι και περισσότερα πουλάκια και καμάρωναν για τις ... κυνηγετικές ικανότητες τους και για την σοδειά τους.
ΤΟ "ΑΜΙΛΗΤΟ ΝΕΡΟ"
Το «αμίλητο νερό» είναι ένα ακόμη έθιμο, που συναντούσε κανείς στη Θεσπρωτία. Το πρωί των Χριστουγέννων, οι γυναίκες πριν ξημερώσει, πηγαίναν τη βρύση και έπαιρναν νερό, λέγοντας: «Όπως τρέχει το νερό στη βρυσούλα μου, έτσι να τρέχει και η σοδιά μου».
Το «αμίλητο νερό», όπως το έλεγαν, πήρε την ονομασία του επειδή απαγορευόταν κατά τη διαδρομή να μιλήσουν με κάποιον. Από αυτό το νερό έπιναν όλοι στο σπίτι για το καλό.
Η γυναίκα έπαιρνε μαζί της διάφορα εδέσματα για να «ταΐσει τη βρύση», όπως έλεγαν. Στην πραγματικότητα το έκαναν για να απολαύσει τα Χριστουγεννιάτικα φαγητά κανένας φτωχός συγχωριανός.
ΕΙΧΑΝ ΓΙΟΡΤΗ!
Μπορεί να μην απολάμβαναν τότε ότι απολαμβάνουμε εμείς σήμερα, ωστόσο ένιωθαν ομορφιά, αγαλλίαση και ειρήνη.
Περνούσαν αγνά τα Χριστούγεννα και τα καταλάβαιναν. Γι' αυτό οι μνήμες έμεναν βαθιά χαραγμένες στην καρδιά. Είχαν γιορτή! Ήταν Χριστούγεννα. Όλοι μαζί, στην εστία του σπιτιού, δημιουργούσαν κάτι από τα απλά υλικά που είχαν.
ΠΗΓΗ: katoci.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου